Σάββατο 8 Δεκεμβρίου 2018

4ΣΦΑΙΡΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ JOHN LENNON

Τον πυροβόλησε πισώπλατα πέντε φορές. Οι τέσσερις σφαίρες βρήκαν το στόχο τους, τραυματίζοντας τον 40χρονο Τζον Λένον θανάσιμα. Απολύτως ήρεμος, ο 25χρονος Αμερικανός Μαρκ Ντέιβιντ Τσάπμαν παρέμεινε στον τόπο του εγκλήματος, έβγαλε το παλτό του και περίμενε την αστυνομία να τον συλλάβει.
Ήταν 8 Δεκεμβρίου 1980, λίγα λεπτά πριν από τις 11 το βράδυ, στη Νέα Υόρκη. Ο Λένονεπέστρεφε στο σπίτι του με τη σύζυγό του Γιόκο Όνο, έπειτα από την ηχογράφηση του προφητικού Walking on Thin Ice για τον επόμενο δίσκο του στο Record Plant Studio.
Έξω από το διαμέρισμα του κτιρίου Ντακότα στη δυτική συνοικία του Μανχάταν και απέναντι από το Σέντραλ Πάρκ, τον περίμενε ο Μαρκ Τσάπμαν, o άνθρωπος που έμελλε να μείνει στην ιστορία ως ο δολοφόνος του Λένον.
Οι δικηγόροι που ανέλαβαν την υπεράσπισή του ισχυρίστηκαν ότι έπασχε από ψυχική διαταραχή και -βασιζόμενοι σε μαρτυρίες γιατρών- ότι βρισκόταν σε παραλήρημα όταν διέπραξε το έγκλημα.
Το 2004 ωστόσο, ο Τσάπμαν ομολόγησε πως ένας από τους λόγους που τον ώθησαν στην εγκληματική αυτή ενέργεια ήταν η επιθυμία του να προβληθεί, καθώς ένιωθε πως μέχρι τότε ήταν ασήμαντος. Καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη με όρο την παροχή ψυχιατρικής φροντίδας. Ο 62χρονος πλέον, Τσάπμαν βρίσκεται στη φυλακή από το 1981, παρά τις εκστρατείες για την αποφυλάκισή του και τις εννέα εφέσεις που έχει ασκήσει.

Λίγες ώρες μετά τη δολοφονία, στην είσοδο του κτιρίου Ντακότα
Τα στοιχεία της κατάθεσής του που διέρρευσαν χρόνια αργότερα στον βρετανικό Τύπο είναι συγκλονιστικά: «Δεν ήταν αφελές ούτε παρορμητικό. Ήταν ένα απολύτως προσχεδιασμένο έγκλημα […] Το είχα σκεφτεί πάρα πολύ καλά, το προετοίμαζα για καιρό. Τρεις μήνες πριν τη δολοφονία, είχα επισκεφτεί το κτίριο όπου βρισκόταν το διαμέρισμά του στο Ντακότα για να ελέγξω τον χώρο. Τόσο αποφασισμένος ήμουν να διαπράξω το έγκλημα […] Προσπαθούσα να κάνω θετικές σκέψεις στη ζωή μου, αλλά έπαθα κατάθλιψη. Έπινα κι απομονώθηκα από τον εαυτό μου, την οικογένεια μου. Είχα τάσεις αυτοκτονίας κι ίσως αυτός ήταν ακόμα ένας λόγος που έφτασα στην απόφαση να σκοτώσω κάποιον. Ίσως απλώς ήθελα να τελειώσουν όλα για μένα. Για άλλη μια φορά θέλω να πω ότι δεν ψάχνω για δικαιολογίες. Ήμουν εκεί, το έκανα, θα μπορούσα να κάνω μεταβολή και να φύγω, όμως είχα κάνει την επιλογή μου. Η λάμψη της δόξας ήταν εκεί. Δεν μπόρεσα να της αντισταθώ. Η αυτοεκτίμησή μου ήταν πληγωμένη. Έψαχνα να βρω διέξοδο…» 

Ο δολοφόνος του Λένον
Ο Τσάπμαν είχε πλησιάσει τον Λένον νωρίτερα την ίδια ημέρα ζητώντας του αυτόγραφο.
Στα χέρια του κρατούσε ένα αντίτυπο του δίσκου Double Fantasy στο εξώφυλλο του οποίου του ζήτησε να υπογράψει, ένα αντίτυπο του μυθιστορήματος «Ο Φύλακας στη Σίκαλη» του Τζ. Ντ. Σάλιντζερ (με το οποίο ο Τσάπμαν είχε εμμονή) και κασέτες με τραγούδια των Beatles. Δεν ήταν ο μόνος.
Ο Λένον επέστρεφε στη δισκογραφία και έξω από το διαμέρισμα του τον περίμεναν φανς που ήθελαν αυτόγραφο. Ήταν μια μέρα γεμάτη: Είχε κάνει φωτογράφιση στο διαμέρισμα του για το περιοδικό Rolling Stone με την Annie Leibovitz και στη συνέχεια, είχε δώσει συνέντευξη σε έναν dj από το Σαν Φραντσίσκο.

Η Γιόκο Όνο αμέσως μετά τη δολοφονία του Λένον 
… Όπως μετέδιδε το BBC, ο Λένον βρήκε τη δύναμη προτού καταρρεύσει, να κάνει έξι βήματα και να μπει στην είσοδο του κτιρίου. Ο θυρωρός Jose Perdomo κατάφερε να αποσπάσει το όπλο από τον Τσάπμαν. Ο Λένον μεταφέρθηκε αμέσως στο νοσοκομείο Ρούσβελτ. Παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες των γιατρών, 15 λεπτά μετά τη δολοφονική επίθεση που δέχτηκε, ο Λένον, το ταλαντούχο αγόρι από το Λίβερπουλ που κατέκτησε τον κόσμο, ήταν νεκρό.

ABC Breaking News | Latest News Videos
Ο πλανήτης πάγωσε στο άκουσμα της είδησης. Στην Ευρώπη, όπου ζούσε η πρώτη γυναίκα του Σύνθια Πάουελ και ο γιος του Τζούλιαν, μαθητής του σχολείου τότε, ήταν ξημερώματα.
Οι Beatles ήταν επίσης, σε κατάσταση σοκ. Ωστόσο, ο Ρίνγκο ήταν ο μόνος που πήγε την επόμενη της δολοφονίας στο διαμέρισμα των Λένον στο Μανχάταν. Δύο ημέρες μετά η σορός του αποτεφρώθηκε στο κοιμητήριο του Φέρνκλιφ, στη Νέα Υόρκη.
Η απώλεια του Τζον Ουίνστον Λένον -του διάσημου Beatle, του ακτιβιστή, του δημιουργού του Imagine και του Give Peace a chance- συγκλόνισε τον κόσμο.
Λέγεται ότι, μέχρι σήμερα, σχεδόν τέσσερις δεκαετίες μετά τη δολοφονία του, εκατομμύρια άνθρωποι θυμούνται πού ακριβώς ήταν τη στιγμή που πληροφορήθηκαν την είδηση της δολοφονίας του.
Διάφορες θεωρίες και θεωρίες συνωμοσίας έχουν κατά καιρούς δει το φως της δημοσιότητας, μεταξύ αυτών και το πρόσφατο βιβλίο του John Potash «Drugs as Weapons Against Us. The CIA's Murderous Targeting of SDS, Panthers, Hendrix, Lennon, Cobain, Tupac, and Other Leftists» που υποστηρίζει ότι η CIA παρακολούθησε τους σταρ της μουσικής, καθώς η τεράστια επιρροή τους ήταν ένα είδος πλύσης εγκεφάλου στους νέους Αμερικανούς με στόχο να ακολουθήσουν μια «αριστερή ατζέντα».
Τρεις μέρες πριν από τη δολοφονία του, σε συνέντευξη του (διάρκειας 9 ωρών) στο περιοδικό Rolling Stone, ο Λένον είχε πει: «Δεν με ενδιαφέρει να είμαι ένας νεκρός ήρωας. Αυτό που θέλουν (σ.σ. ο Τύπος και οι κριτικοί) είναι νεκροί ήρωες, όπως ο Σιντ Βίσιους και ο Τζέιμς Ντιν. Δεν με ενδιαφέρει να είμαι ένας νεκρός γ@@@ ήρωας…»

Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2018

Μανέ Γκαρίντσα: Ο Άγγελος με τα στραβά πόδια

























Ο Βραζιλιάνος δεξιός ακραίος επιθετικός ή και μεσοεπιθετικός
  Μανουέλ Φρανσίσκο Ντος Σάντος, (Manuel Francisco dos Santos),
 γνωστός με το παρατσούκλι Γκαρίντσα (Garrincha), 
γεννήθηκε στις 28 Οκτωβρίου του 1933, στην πόλη 
Πάου Γκράντε του Ρίο Ντε Τζανέιρο. Θεωρείται από
 πολλούς ειδικούς του ποδοσφαίρου, ως ο Καλύτερος 
Ντριμπλέρ στην ιστορία του αθλήματος! Το όνομα με
 το οποίο έγινε γνωστός λέει ήδη πολλά γι΄ αυτόν:
 Μανέ, υποκοριστικό του Μανουέλ αλλά και 
συνώνυμο του χαζούλη! Γκαρίντσα, από το μικροσκοπικό,
 αεικίνητο πουλάκι της οικογένειας των Τρωγλοδυτιδών
 που του έμοιαζε. Ο συνδυασμός τους είναι κάτι πολύ
 κοινό μεταξύ των οπαδών του ποδοσφαίρου 
στη Βραζιλία. Τα παρατσούκλια που απέκτησε μεγάλος
 ήταν εξίσου εύγλωττα. Λόγω της τεράστιας 
δημοτικότητας του στη Βραζιλία, ήταν επίσης γνωστός 
σαν «Alegria do Povo» (Λαϊκή Χαρά), ενώ ένα από 
αυτά το χρωστάει στον μεγάλο Βραζιλιάνο ποιητή 
και συνθέτη –και οπαδό της Μποταφόγκο– Βινίσιους 
ντε Μοράες (Marcus Vinicius de Moraes):
 «O Anjo de Pernas Tortas» δηλαδή «Ο Άγγελος 
με τα Στραβά Πόδια!»


Το 1958 και το 1962, κατέκτησε το Παγκόσμιο Κύπελλο. 
Στη διοργάνωση του 1962, με τον Πελέ έξω όγω
 τραυματισμού, οδήγησε την ομάδα στη νίκη 
κερδίζοντας τη Χρυσή Μπάλα ως ο Καλύτερος
 Παίκτης του τουρνουά, το Χρυσό Παπούτσι ως ο
 Κορυφαίος Σκόρερ και ονομάστηκε στην Ιδανική 
11άδα της Διοργάνωσης. Το 1994 διορίστηκε στην 
Ιδανική 11άδα των Παγκοσμίων Κυπέλλων 
Όλων των Εποχών. Η Βραζιλία ποτέ δεν έχασε 
έναν αγώνα, ενώ ήταν στην 11άδα της ο Γκαρίντσα 
και ο Πελέ! Σε επίπεδο συλλόγων, έπαιξε το 
μεγαλύτερο μέρος της επαγγελματικής σταδιοδρομίας
 του για την Μποταφόγκο. Στο Μαρακανά, τα 
αποδυτήρια της γηπεδούχου ομάδας είναι γνωστά 
ως «Γκαρίντσα». Στην πρωτεύουσα Μπραζίλια, το 
Εθνικό στάδιο της Μπραζίλια, πήρε το όνομά του 
από τον ίδιο. Πιστώνεται ως ο πρώτος που λόγω
 των ενεργειών στον αγωνιστικό χώρο, τα 
επιφωνήματα “Olé” των ταυρομαχιών, 
χρησιμοποιήθηκαν σε αγώνες ποδοσφαίρου! 
Το 1999, ήρθε 7ος ως Καλύτερος Παίκτης του
 Αιώνα σε ψηφοφορία της FIFA από μεγάλη κριτική 
επιτροπή. Είναι μέλος της Παγκόσμιας Ομάδας 
του 20ου Αιώνα και εγκαταστάθηκε στο βραζιλιάνικο
 ποδοσφαιρικό Hall of Fame!
Προβλήματα εκ γενετής

Στα παιδικά του χρόνια, ο Γκαρίντσα αντιμετώπισε 
πολλές αντιξοότητες μέχρι να ακολουθήσει καριέρα 
ποδοσφαιριστή. Μεγάλωσε με ένα ελάττωμα. 
Η σπονδυλική του στήλη ήταν παραμορφωμένη 
εκ γενετής και το αριστερό του πόδι ήταν 
κοντύτερο κατά 6 πόντους από το δεξί, που λύγιζε 
ελαφρά προς τα έξω. Αρχικά, οι πιθανότητες να 
ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο ήταν ελάχιστες.
 Χρειάστηκε να κάνει πολλές εγχειρίσεις για να 
μπορέσει να περπατήσει. Με το πέρασμα των
χρόνων αδιαφόρησε για τις υποδείξεις των
 γιατρών και αποφάσισε να γίνει επαγγελματίας 
ποδοσφαιριστής! Χάρις στην επιμονή του, 
μετέτρεψε το μειονέκτημα του σε χάρισμα και 
έγινε παίκτης παγκόσμιας κλάσης. 
Εξελίχθηκε στον μεγαλύτερο ντριμπλέρ στο 
παγκόσμιο ποδόσφαιρο και ήταν ανίκητος 
στο ένας με έναν. Οι απρόβλεπτοι ελιγμοί 
του οφείλονταν σε αυτήν ακριβώς την σωματική 
του ατέλεια! Το ξεκίνημα του, ωστόσο, δεν 
ήταν εύκολο αφού αρκετές ομάδες τον απέρριψαν
 λόγω του προβλήματος που αντιμετώπιζε. 
Το 1953 η διοίκηση της Μποταφόγκο πείστηκε
 να τον εντάξει στο δυναμικό της.



Γρήγορα, άρχισε να ξεδιπλώνει τις τεχνικές του αρετές με την εκπληκτική ντρίμπλα που διέθετε. Οι κινήσεις του με τα πόδια μπέρδευαν τους αντιπάλους. Τους περνούσε με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο. Οι Βραζιλιάνοι λάτρεψαν το στυλ του που μπορούσε να ξεγελάσει ακόμα και τους καλύτερους αμυντικούς του κόσμου. Ήταν η εποχή που του κόλλησαν το παρατσούκλι «Ο Τσάπλιν του ποδοσφαίρου»! Πραγματοποίησε το ντεμπούτο του στην εθνική Βραζιλίας στις 18 Σεπτεμβρίου του 1955 απέναντι στην Χιλή. Συμπλήρωσε 50 συμμετοχές στην «Σελεσάο» έχοντας 12 γκολ στο ενεργητικό του. Υπήρξε βασικό μέλος της Βραζιλίας όταν κατέκτησε το Μουντιάλ στην Σουηδία το 1958. Συμπλήρωσε με την παρουσία του μία πλειάδα αστέρων της Βραζιλίας εκείνης της εποχής όπως οι Ντίντι (Waldyr Pereira «Didi»), Μάριο Ζαγκάλο (Mário Jorge Lobo Zagallo), Βαβά (Edvaldo Jizídio Neto «Vavá») και ο 17χρονος Πελέ (Edson Arantes do Nascimento «Pelé»).
Ενα τσούρμο «προβληματικοί», στην κορυφή του κόσμου!
Η ομάδα της Βραζιλίας το 1958, απαρτιζόταν από λευκούς, μαύρους και μιγάδες. Οι μαύροι παίκτες ήταν τόσο περήφανοι για το χρώμα τους, που ο Ντίντι παραλίγο να αποκλειστεί γιατί η γυναίκα του ήταν λευκή! Πέρα από τις φυλετικές διαφορές της εποχής, ενδιαφέρον είχε ο ιατρικός έλεγχος των 33 παικτών της αποστολής. Στο βιβλίο του «The Beautiful Game», ο συγγραφέας του, Κρις Τέιλορ (Chris Taylor), αναφέρει ότι ο οδοντογιατρός της ομάδας βρήκε 470 (!) χαλασμένα δόντια και χρειάστηκε να κάνει 32 εξαγωγές! Ακόμη, διαγνώστηκαν αναιμία, παράσιτα, σκουλήκια, σύφιλη, και χρόνιες δυσλειτουργίες του πεπτικού. Στο δε ψυχολογικό τεστ στο οποίο υποβλήθηκε η ομάδα, ο Γκαρίντσα πάτωσε με 38/123! Ο ψυχολόγος συνέστησε επίσης να αποκλειστεί και ο νεαρός Πελέ από την αποστολή, γιατί σε τόσο νεαρή ηλικία, « … δεν θα μπορούσε να συμπεριφερθεί με τον απαιτούμενο τσαμπουκά!».

Η ιστορία όμως είχε άλλη γνώμη!



Τα τρία καλύτερα λεπτά στην ιστορία του ποδοσφαίρου
Λίγες μέρες πριν ξεκινήσει το Μουντιάλ του 1958 στην Σουηδία, αυτή η εθνική ομάδα της Βραζιλίας, ένα τσούρμο προβληματικών ανθρώπων σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των γιατρών, ταξίδεψε στην Ιταλία για να δώσει ένα φιλικό προετοιμασίας. Αντίπαλος της ήταν η Φιορεντίνα, η οποία την εποχή εκείνη πρωταγωνιστούσε στο Ιταλικό πρωτάθλημα, έχοντας στη σύνθεση της και έξι Ιταλούς διεθνείς. Δεκαπέντε λεπτά πριν τη λήξη του φιλικού, και ενώ το σκορ ήταν ήδη 0-3 για τους φιλοξενούμενους, ένας Βραζιλιάνος με σπονδυλική στήλη σαν σίγμα τελικό, πήρε τη μπάλα στη δεξιά πλευρά της επίθεσης, προσπέρασε τρεις αμυντικούς και τον τερματοφύλακα με χαρακτηριστική άνεση! Μπροστά στο άδειο τέρμα, περίμενε έναν εκ των αμυντικών να επιστρέψει! Με μια τέλεια προσποίηση τον εξουδετέρωσε ξανά, στέλνοντας τον να πέσει κάτω για δεύτερη φορά και αφού συνειδητοποίησε ότι δεν υπήρχε κάποιος άλλος τρόπος για να διασκεδάσει κι άλλο, περπάτησε με τη μπάλα μέσα στην εστία, την άφησε να περάσει τη γραμμή, για τέταρτη φορά και στη συνέχεια την πήρε στα χέρια και ψύχραιμα έκανε μεταβολή για να πάει να την τοποθετήσει στο κέντρο για τη σέντρα. Ήταν η πρώτη φορά που άνθρωποι εκτός Βραζιλίας, γινόταν μάρτυρες του φαινομένου «Γκαρίντσα», σε μια από τις πιο γνωστές και χαρακτηριστικές παραστάσεις του.


Σε πλήρη αντίθεση με τους άναυδους Ιταλούς που δεν μπορούσαν να πιστέψουν αυτό που έβλεπαν, οι άνθρωποι της εθνικής Βραζιλίας δεν μπορούσαν να αποδεχθούν μια τέτοια ερασιτεχνική και παιδική συμπεριφορά, την οποία κάλλιστα θα μπορούσε να επαναλάβει ο Γκαρίντσα στα παιχνίδια του Μουντιάλ. Κι έτσι ο παίκτης με τα στραβά και ανομοιόμορφα πόδια, που έπασχε εκ γενετής από πολιομυελίτιδα είδε τα πρώτα δυο ματς της διοργάνωσης από τον πάγκο.

Μέχρι που έφτασε η ώρα των Ρώσων.


Σε μια εποχή που ένα μεγάλο μέρος της ενημέρωσης αποτελούταν από φήμες που κυκλοφορούσαν από στόμα σε στόμα, οι Ρώσοι ήταν φόβητρο για κάθε αντίπαλο. Με τον Λεβ Γιασίν (Lev Yashin) στην εστία και παίκτες οι οποίοι χάρη σε σύγχρονες, για την εποχή, μεθόδους προπόνησης φημολογούνταν πως μπορούσαν να τρέχουν ασταμάτητα για 180 λεπτά, αποτελούσαν ένα μεγαθήριο που πήγε στη Σουηδία με ξεκάθαρο στόχο να κατακτήσει το Κύπελλο, έχοντας κερδίσει ήδη δυο χρόνια πριν το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μελβούρνης. Οι αισθητά κατώτεροι σωματικά αλλά και στον τομέα της φυσικής κατάστασης Βραζιλιάνοι πίστευαν ότι δεν είχαν άλλη επιλογή απ’ το να προσπαθήσουν να αιφνιδιάσουν τους αντιπάλους.

Και για να το πετύχουν αυτό, χρειαζόταν και ο Γκαρίντσα.
Το απόγευμα της 15ης Ιουνίου του 1958, η Βραζιλία έκανε σέντρα έχοντας στην ενδεκάδα της για πρώτη φορά τον 25χρονο τότε Γκαρίντσα και τον 17χρονο ανερχόμενο αστέρα Πελέ. Και η ιστορία του Βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου, αλλά και του ποδοσφαίρου γενικότερα, απέκτησε ένα νέο ορόσημο. Τα επόμενα 180 δευτερόλεπτα χαρακτηρίστηκαν από τον ευυπόληπτο Γάλλο δημοσιογράφο Γκαμπριέλ Ονό (Gabriel Honnot) ως «τα τρία καλύτερα λεπτά στην ιστορία του ποδοσφαίρου!».

Στη διάρκεια αυτών των τριών λεπτών, οι Βραζιλιάνοι πρόλαβαν και είχαν δυο δοκάρια, ένα με τον Γκαρίντσα κι ένα με τον Πελέ, ενώ σκόραραν και μια φορά, με τον Βαβά ύστερα από ασίστ του Πελέ. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, στο ίδιο διάστημα ο Γκαρίντσα προσπέρασε τον προσωπικό του αντίπαλο Μπόρις Κουτνετζόφ (Boris Kuznetsov) τέσσερις φορές, ξεσηκώνοντας τους Σουηδούς στην κερκίδα που δεν ήξεραν αν έπρεπε να αποθεώσουν τον Βραζιλιάνο ή να γελάσουν με τους δύσμοιρους Ρώσους. Ένας από τους μεγαλύτερους Βραζιλιάνους συγγραφείς, ο Νέλσον Ροντρίγκεζ (Nelson Rodriguez) περιέγραψε τις στιγμές εκείνες με προτάσεις που τα λένε όλα:
«Πιστέψτε με φίλοι μου: ο αγώνας Βραζιλία-Ρωσία κρίθηκε μετά από μόλις τρία λεπτά. Και σημειώστε ότι η Βραζιλία ήθελε απλά μια ισοπαλία. Αλλά ο Γκαρίντσα δεν πιστεύει στην ισοπαλία. Εκτόξευσε τον εαυτό του στον αντίπαλο σαν σφαίρα που φεύγει από όπλο. Ντρίπλαρε έναν, ντρίπλαρε κι άλλον, ντρίπλαρε ακόμα και το μούσι του Ρασπούτιν.
Φίλοι μου, η αποσύνθεση της Ρωσικής άμυνας ξεκίνησε ακριβώς τη στιγμή που ο Γκαρίντσα ακούμπησε για πρώτη φορά τη μπάλα. Φαντάζομαι την τεράστια έκπληξη των Ρώσων μπροστά σ’ αυτό το αγόρι με τα κυκλικά πόδια που πήγε για να ανατρέψει όλες τις αντιλήψεις του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Πως να μαρκάρεις αυτόν που δεν μαρκάρεται; Πως να νιώσεις το ανεπαίσθητο; Σε μια στιγμή αγανάκτησης ο αντίπαλος του κοίταξε τον Γκαρίντσα, κοίταξε τα στραβά πόδια του Γκαρίντσα και κατέληξε: «Δεν υπάρχει!».

Το τέλος του αγώνα βρήκε τους Βραζιλιάνους νικητές μόνο με 2-0, παρ’ ότι καταγράφηκαν περισσότερες από 30 φάσεις στην εστία του Γιασίν, ο οποίος κατάφερε και κράτησε το σκορ σε λογικά επίπεδα. Μετά το παιχνίδι ρώτησαν τον Γκαρίντσα κάτι για τον προσωπικό του αντίπαλο. Δεν είχε ιδέα ποιος ήταν, όπως γενικότερα δεν είχε ιδέα για πολλά πράγματα. Όταν η Βραζιλία νίκησε στον τελικό εκείνης της διοργάνωσης τη Σουηδία, κατακτώντας το πρώτο της τρόπαιο, ο Γκαρίντσα απορούσε προς τι όλος ο χαμός, πιστεύοντας ότι το σύστημα διεξαγωγής ήταν σαν το Βραζιλιάνικο πρωτάθλημα και ότι έπρεπε να αντιμετωπίσουν όλες τις ομάδες και δεύτερη φορά. Παρ’ όλα αυτά τα… μικρο-θεματάκια του, όσοι πρόλαβαν να τον θαυμάσουν να παίζει, συμφωνούν στο ότι δεν έχει υπάρξει άλλος ποδοσφαιριστής που να προκαλεί τόση ανόθευτη χαρά στους ανθρώπους, ανεξαρτήτως ομάδας και εθνικότητας.


Τέσσερα χρόνια αργότερα, μετά το πρώτο τρόπαιο της Βραζιλίας σε Μουντιάλ, ο Γκαρίντσα γνώρισε την παγκόσμια αναγνώριση. Εξαιτίας του τραυματισμού του Πελέ, στο ξεκίνημα της διοργάνωσης, το βάρος έπεσε σε αυτόν. Ανταποκρίθηκε με επιτυχία και οδήγησε την Βραζιλία στην κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου για δεύτερη φορά στην ιστορία της. Με τέσσερα γκολ αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης και ψηφίστηκε ο καλύτερος παίκτης του Μουντιάλ. «Από ποιον πλανήτη κατάγεται ο Γκαρίντσα;», αναρωτιόνταν η εφημερίδα της Χιλής "El Mercurio" μετά τον αποκλεισμό της διοργανώτριας χώρας από την Βραζιλία στα ημιτελικά, χάρις στα δύο γκολ του Γκαρίντσα.


Η φήμη του εξαπλώθηκε τόσο στην χώρα του όσο και στο εξωτερικό και αναγνωρίστηκε ως ισάξιος του Πελέ! Από εκείνη τη μέρα του Ιουνίου του 1958, μέχρι το καλοκαίρι του 1966, που αποσύρθηκε από την εθνική, έπαιξε σε 50 παιχνίδια με τη φανέλα της Βραζιλίας στα οποία η «Σελεσάο» έχασε μόνο μια φορά, από την εθνική Ουγγαρίας στο Μουντιάλ της Αγγλίας, σ’ ένα παιχνίδι, στο οποίο αγωνίστηκε παρ’ ότι ήταν τραυματίας και το οποίο έμελλε να είναι και το τελευταίο του! Οι καλές εμφανίσεις του μετριάστηκαν από τον πρόωρο αποκλεισμό της Βραζιλίας στον πρώτο γύρο. Σκόραρε ένα γκολ. Στην καριέρα του σε 12 αγώνες Μουντιάλ έβαλε πέντε γκολ! Όσες φορές συνυπήρξε με τον Πελέ στην ενδεκάδα, η Βραζιλία δεν ηττήθηκε ποτέ!

Σε συλλογικό επίπεδο αγωνίστηκε 12 χρόνια στην Μποταφόγκο. Κέρδισε τρία πρωταθλήματα «Καριόκα» στο Ρίο και δύο πρωταθλήματα Ρίο/Σάο Πάουλο. Σε 579 αγώνες σημείωσε 249 γκολ. Συνέχισε την καριέρα του στην Κορίνθιας κατακτώντας ένα ακόμα πρωτάθλημα Ρίο/Σάο Πάουλο. Έπαιξε στην Ατλέτικο Τζούνιορ της Κολομβίας και την Φλαμένγκο για ένα χρόνο. Ολοκλήρωσε την σπουδαία καριέρα του το 1973 στην άσημη Ολαρία. Σε όλες τις ομάδες, πλην της Μποταφόγκο, είχε ελάχιστες συμμετοχές.

Η άστατη ζωή και το τέλος
Στην προσωπική του ζωή αποδείχτηκε αυτοκαταστροφικός. O «Aγγελος με τα στραβά πόδια» δεν κατάφερε να βάλει "φρένο" στις καταχρήσεις. Ήταν αγράμματος, ψυχολογικά ασταθής, άρρωστα μέθυσος όπως ο πατέρας του και συχνά μπλέκονταν σε καυγάδες. Δεν μπορούσε να διαβάσει τα συμβόλαια που υπέγραφε! Δεν είχε την ικανότητα να διαχειριστεί τα λεφτά που έβγαζε και τις περισσότερες φορές δεν γνώριζε ποια ομάδα αντιμετώπιζε, δεν τον απασχολούσαν καν βασικές λεπτομέρειες του ποδοσφαίρου. Ήταν ο μεγαλύτερος ερασιτέχνης που έπαιξε ποτέ επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Τα λεφτά του τα μοίραζε στις γειτονιές και στις ερωμένες του. Σε ηλικία 19 ετών παντρεύτηκε την Ναΐμ Μάρκες. Μαζί έκαναν οκτώ παιδιά! Συνολικά, απέκτησε δεκατέσσερα, το ένα με μια Σουηδέζα την οποία δεν ξαναείδε ποτέ! Με τις υπόλοιπες γυναίκες στην ζωή του είχε θυελλώδεις σχέσεις. Δεν έδειξε αποφασιστικότητα να αντιμετωπίσει τα προβλήματα του όπως αντιμετώπισε τις δυσμορφίες στο σώμα του. Κινδύνευσε να χάσει την ζωή του σε τροχαία ατυχήματα και σε ένα από αυτά έχασε την πεθερά του.


Η υγεία του είχε κλονιστεί και τα σημάδια κόπωσης ήταν εμφανή προς το τέλος της καριέρας του. Βυθίστηκε σε μια κατάσταση μελαγχολίας από την οποία δεν ανέκαμψε ποτέ. Ο βιρτουόζος Βραζιλιάνος, ο δεύτερος μεγαλύτερος θρύλος που έβγαλε ποτέ, η πιο προικισμένη ποδοσφαιρικά χώρα του πλανήτη, πέθανε στο Ρίο από κίρρωση του ήπατος, στις 20 Ιανουαρίου του 1983 σε ηλικία 49 ετών.  Έζησε τα τελευταία του χρόνια της ζωής του ολομόναχος,  σε μια κατάσταση μόνιμης μέθης, πάμφτωχος και κατεστραμμένος σωματικά και ψυχολογικά. Η προτομή του βρίσκεται στο στάδιο Μαρακανά (Maracanã Stadium) και το όνομα του έχει δοθεί στο εθνικό στάδιο «Mane Garrincha» της Μπραζίλια. Ο Ουρουγουανός συγγραφέας και δημοσιογράφος, Εντουάρντο Γκαλεάνο (Eduardo Galeano), είχε πει για τον Γκαρίντσα: 
«Στην ιστορία του ποδοσφαίρου κανείς δεν έκανε περισσότερο κόσμο ευτυχισμένο!».
Στην ταφόπλακα του είναι χαραγμένη η επιγραφή: «Εδώ αναπαύεται εν ειρήνη αυτός που ήταν η χαρά των ανθρώπων – ο Μανέ Γκαρίντσα».

Σ’ ένα τοίχο εκεί κοντά κάποιος έχει γράψει με σπρέι «Σ” ευχαριστούμε Γκαρίντσα που έζησες!».

Το «Alegria do Povo» (Η χαρά του λαού), έδωσε και τον τίτλο ενός από τα δύο καταπληκτικά ντοκιμαντέρ που γυρίστηκαν για τον Γκαρίντσα. Το άλλο είναι το: «Πελέ, Γκαρίντσα, θεοί της Βραζιλίας». Στο  «Youtube», εκτός από τα δεκάδες βίντεο που ανθολογούν τις ντρίπλες του –ενδεικτικοί τίτλοι, καθώς η ντρίπλα είναι διεθνής: «the genius of dribble», «greatest dribbler of all times», «o major driblador da historia do futebol», «le roi de dribble»–, κυκλοφορεί και μια ταινία μυθοπλασίας, το «Estrela Solitaria» (Μοναχικό Αστέρι), βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Ρούι Κάστρο (Rui Castro).



PALMARES
Περίοδος: Σύλλογος (Club), Συμμετοχές (Γκολ) 
Επαγγελματική καριέρα
  • 1953–1965: Botafogo de Futebol e Regatas, 614 (245)
  • 1966: Sport Club Corinthians Paulista, 13 (10)
  • 1967: Associação Atlética Portuguesa, 33 (7)
  • 1968: Club Deportivo Popular Junior F.C. S.A. –Κολομβία, 1 (3)
  • 1968/69: Clube de Regatas do Flamengo, 24 (4)
  • 1972: Olaria Atlético Clube, 7 (7)
Σύνολα καριέρας: 688 (276)
Διεθνής
  • 1955–1966: Βραζιλία, 60 (16)

Τίτλοι
Διεθνείς
  • Παγκόσμιο Κύπελλο: 2 (1958, 1962)
  • O'Higgins Cup: 3 (1955, 1959, 1961)
  • Oswaldo Cruz Cup: 1960
Με την Μποταφόγκο 
Διεθνείς Τίτλοι
  • Παγκόσμιο Τουρνουά Συλλόγων Παρισιού: 1963
  • International Quadrangular Tournament: 1954
  • Interclub Tournament Pentagonal Mexico: 2 (1958, 1962)
  • International Tournament of Colombia: 1960
  • International Tournament in Costa Rica: 1961
  • Golden Jubilee Tournament Football Association of La Paz: 1964
  • Ibero-American Tournament: 1964
  • Panamaribo Cup: 1964
Εθνικοί Τίτλοι
  • Πρωτάθλημα Βραζιλίας (Roberto Gomes Pedrosa Championship): 2 (1962, 1964)
  • Τουρνουά Ρίο/Σάο Πάουλο: 2 (1962, 1964)
  • Διαπολιτειακό Πρωταθλητών: 1962
  • Πρωτάθλημα Πολιτείας Ρίο: 3 (1957, 1961, 1962)
  • Tournament Home: 3 (1961, 1962 and 1963)
Προσωπικές Διακρίσεις
  • «Χρυσή Μπάλλα» Καλύτερος Παίκτης Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου : 1962
  • «Χρυσό Παπούτσι» Πρώτος Σκορερ Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1962 
  • Μέλος «Καλύτερη Ενδεκάδα της Διοργάνωσης»: 2 (1958, 1962)
  • «Καλύτερος Παίκτης του Πρωταθλήματος Βραζιλίας»: 1962
  • «Καλύτερος Παίκτης του Τουρνουά Ρίο-Σάο Πάουλο»: 1962
  • «Καλύτερος Παίκτης Διαπολιτειακού Τουρνουά»: 1962
  • «Καλύτερος Παίκτης του Πρωταθλήματος Καριόκα»: 3 (1957, 1961, 1962)
  • Μέλος του Χολ οφ Φέιμ του Βραζιλιάνικου Ποδοσφαίρου
  • Μέλος «Καλύτερη Ενδεκάδα του 20ου Αιώνα»: Θέση 7
  • Μέλος «Καλύτερη Ενδεκάδα Παγκοσμίων Κυπέλλων Όλων των Εποχών
  • «Καλύτερος Παίκτης του 20ου Αιώνα» περιοδικού World Soccer's: Θέση 20
  • «Καλύτεροι 50 Παίκτες Νοτίου Αμερικής στην Ιστορία» γαλλικής εφημερίδας L'Équipe:Θέση 4
  • «Καλύτερος Βραζιλιάνος Ποδοσφαιριστής του 20ου Αιώνα» από την Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου: Θέση 2
  • «Καλύτερος Νοτιοαμερικάνος Ποδοσφαιριστής του 20ου Αιώνα» από την Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου: Θέση 4
  • «Καλύτερος Ποδοσφαιριστής του 20ου Αιώνα» από την Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου: Θέση 8

Πελέ: Ο Βασιλιάς του Ποδοσφαίρου

Σάββατο, 22 Οκτωβρίου 2016


























Ο Βραζιλιάνος επιθετικός ή και επιθετικός/οργανωτικός μέσος,
Έντσον Αράντες ντο Νασιμέντο (Edison Arantes do Nascimento),
 γνωστός ως Πελέ (Pelé), γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου του
1940 στην πόλη Τρες Κορασόες (σημαίνει Τρεις καρδιές), στα
νότια της Πολιτείας Μίνας Ζεράις. Θεωρείται ευρέως ως ο
Μεγαλύτερος Ποδοσφαιριστής Όλων των Εποχών.
Είναι επίσης γνωστός για τη σύνδεση της φράσης
«The Beautiful Game» με το ποδόσφαιρο. Το 1999, εξελέγη
 «Ποδοσφαιριστής του Αιώνα» από τη Διεθνή Ομοσπονδία
 Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου (IFFHS).
 Εκείνη τη χρονιά, το “France Football” ζήτησε από τους πρώην
 νικητές της «Χρυσής Μπάλας» να επιλέξουν τον Ποδοσφαιριστή
του Αιώνα και αυτοί επέλεξαν τον Πελέ. Το 1999, εξελέγη
Αθλητής του Αιώνα από τον Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή.
Εκείνη τη χρονιά, το “TIME” τον ονόμασε στον κατάλογο των
100 Πιο Σημαντικών Ανθρώπων του 20ου Αιώνα. Το 2013
τιμήθηκε με το Βραβείο της Χρυσής Μπάλας Επί Τιμή
από τη FIFA, σε αναγνώριση της σταδιοδρομίας και των
 επιτευγμάτων του ως Παγκόσμιας Εικόνας του ποδοσφαίρου!


Σύμφωνα με την τη Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και
Στατιστικής του Ποδοσφαίρου, είναι ο πιο Επιτυχημένος
Σκόρερ στην ιστορία του ποδοσφαίρου σε αγώνες πρωταθλήματος,
με 541 γκολ. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, σκόραρε
 1283 γκολ σε 1363 παιχνίδια, στα οποία περιλαμβάνονται
ανεπίσημα, φιλικά και αγώνες επιδείξεων. Κατά τη
διάρκεια της ενεργούς ποδοσφαιρικής καριέρας, ήταν
για μια περίοδο ο Καλύτερα Αμειβόμενος Αθλητής στον κόσμο.
Στη Βραζιλία, χαιρετίζεται ως Εθνικός Ήρωας για τα επιτεύγματά
 του στο ποδόσφαιρο και για την ειλικρινή υποστήριξή του
σε πολιτικές που βελτιώνουν τις κοινωνικές συνθήκες των
φτωχών. Το 1961, ο Βραζιλιάνος  Πρόεδρος Ζάνιο Κουαντρός
 είχε κηρύξει τον Πελέ ως «Εθνικό Θησαυρό». Κατά τη διάρκεια
της καριέρας του, έγινε γνωστός ως «Α Perola Negra -
The Black Pearl» (Το Μαύρο Διαμάντι), «O Rei do Futebol  -
 The King of Football» (Ο Βασιλιάς του Ποδοσφαίρου),
 «O Rei Pelé - The King Pelé» (O Βασιλιάς Πελέ) ή απλά «O Rei  -
 The King» (Ο Βασιλιάς)!


Ξεκίνησε να παίζει για τη Σάντος στην ηλικία των 15 ετών
και την εθνική ομάδα της Βραζιλίας στα 16. Έπαιζε ως
δεύτερος επιθετικός, γνωστός και ως οργανωτής.
 Η τεχνική κατάρτιση και η αθλητικότητά του, έχουν
επαινεθεί παγκοσμίως και κατά τη διάρκεια της καριέρας
του ήταν γνωστός για την άριστη ντρίμπλα και πάσα του,
 την εξαιρετική του ικανότητα στο ψηλό παιχνίδι, τη
δημιουργικότητά του, αλλά και τη μεγάλη του έφεση
στο σκοράρισμα. Κατά τη διάρκεια της διεθνούς
 καριέρας του, κέρδισε 3 Παγκόσμια Κύπελλα
(1958, 1962 και 1970), όντας ο Μοναδικός
Παίκτης που έχει καταφέρει κάτι τέτοιο. Είναι
ο Κορυφαίος Σκόρερ Όλων των Εποχών για τη
Βραζιλία με 77 γκολ σε 91 παιχνίδια.
Σε επίπεδο συλλόγων είναι επίσης ο Κορυφαίος
Σκόρερ στην ιστορία της Σάντος που την οδήγησε
 το 1962 και το 1963 στη κατάκτηση του
Copa Libertadores. Το δαιμονιώδες παιχνίδι του
και η τάση για θεαματικά γκολ, τον έκαναν ένα
αστέρι σε όλο τον κόσμο και η ομάδα του,
 η Σάντος περιόδευσε διεθνώς, προκειμένου να
επωφεληθεί πλήρως από τη δημοτικότητά του.
Από τη απόσυρσή του το 1977, είναι ένας Παγκόσμιος
Πρεσβευτής για το ποδόσφαιρο και έχει συνεργασίες
 με αρκετές εμπορικές επιχειρήσεις.

Στις φλέβες του εκτός από αίμα κυλούσε και η αγάπη
για το ποδόσφαιρο. Ο πατέρας του, ο Ζοάο Ράμος
 ντο Νασιμέντο (João Ramos do Nascimento), γνωστός
με το όνομα Ντοντίνιο (Dondinho), ήταν ένας καλός
ποδοσφαιριστής που αγωνίστηκε στην Ατλέτικο Μινέϊρο
(Clube Atlético Mineiro) και αργότερα στην Σπορτ
Κλουμπ Μπαουρού (Bauru Atlético Clube).


O Πελέ, ήταν ο μεγαλύτερος απ’ τ’ αδέλφια του.
 Το όνομά του, το πήρε από τον Αμερικανό
εφευρέτη του τηλεφώνου, τον Τόμας Έντισον
(Thomas Edison). Οι γονείς του αφαίρεσαν το
γράμμα "i" και τον αποκαλούσαν «Edson».
 Υπήρξε και ένα λάθος στο πιστοποιητικό
γέννησης του, κάτι που οδήγησε σε μια σωρεία
εγγράφων, ώστε να αποδειχθεί ότι τ’ όνομά του
είναι κανονικά «Edison». Με το «Edson», απλά
τον αποκαλούσαν. Αρχικά είχε το παρατσούκλι
«Dico» από την οικογένειά του. Πήρε το
παρατσούκλι «Πελέ», κατά τη διάρκεια των σχολικών
ημερών του, όταν ισχυρίστηκε ότι αυτό του δόθηκε
εξαιτίας της λανθασμένης, απ’ τον ίδιο,
προφοράς του ονόματος του αγαπημένου του
 ποδοσφαιριστή, του τερματοφύλακα της Βάσκο ντα
Γκάμα, Μπιλέ (Bilé)! Παραπονιόταν γι’ αυτό, αλλά
οι περισσότεροι φίλοι του, τού το είχαν πλέον κολλήσει!
Στην αυτοβιογραφία του, δήλωσε ότι δεν είχε καμία
 ιδέα για το τι σημαίνει το όνομα, ούτε κάνει κάποια
αναφορά τους παλιούς φίλους του. Εκτός από τον
ισχυρισμό ότι το όνομα προέρχεται από την αγγλική
λέξη που σημαίνει «χολή», αλλά και ότι στα εβραϊκά
σημαίνει «θαύμα», δεν έχει καμία γνωστή έννοια στα πορτογαλικά.


Σε μικρή ηλικία η οικογένεια Ντο Νασιμέντο άφησε το Μπαουρού κι αναζήτησε μια καλύτερη ζωή στο Σάο Πάουλο. Κέρδιζε κάποια επιπλέον χρήματα, απ’ την εργασία σε καταστήματα τσαγιού ως σερβιτόρος. Έμαθε να παίζει ποδόσφαιρο με τον πατέρα του. Δεν μπορούσε να αντέξει οικονομικά μια κανονική μπάλα ποδοσφαίρου και συνήθως έπαιζε με μια κάλτσα γεμάτη με εφημερίδες και δεμένη με σπάγκο  Έπαιξε για πολλές σχολικές/ερασιτεχνικές ομάδες στα νιάτα του, συμπεριλαμβανομένων της Σέτε ντε Σεπτέμπρο (7η Σεπτεμβρίου), της Κάντο του Ρίο, της Σάο Παουλίνιο και της Αμερικίνια. Γρήγορα το ταλέντο του ξεχώρισε και η Μπαουρού, τον ενέταξε στις τάξεις της. Ήταν τότε 13 χρόνων κι έπαιζε στην εφηβική ομάδα του συλλόγου. Ο Πελέ οδήγησε την ομάδα Νέων της Μπαουρού σε 3 συνεχόμενα πρωταθλήματα  νέων στο Σάο Πάολο, από το 1954 έως και το 1956.

Εκεί τον ανακάλυψε ο Βαλντεμάρ ντε Μπρίτο (Waldemar de Brito), ένας προπονητής που ως ποδοσφαιριστής είχε φορέσει την φανέλα της εθνικής Βραζιλίας πριν τον πόλεμο κι είχε παίξει στο Μουντιάλ του 1934. Ο Βαλντεμάρ, που ήταν και φίλος του πατέρα του Πελέ, πίστεψε στο ταλέντο του πιτσιρικά. Προσπάθησε να διορθώσει τις ατέλειες του και τον συμβούλευσε να μην υπογράψει επαγγελματικό συμβόλαιο με την Μπαουρού. Του ταίριαζε κάτι καλύτερο.


Στα 15 χρόνια του, ο Πελέ ήταν έτοιμος για το επόμενο βήμα. Ο Βαλντεμάρ τον πήγε στη Σάντος, σε μία μάλλον μέτρια ομάδα που είχε μόνο ένα τίτλο στο ενεργητικό της, το πρωτάθλημα του 1935. Ένα φιλικό παιχνίδι αρκούσε για να πείσει τους παράγοντες της ομάδας του λιμανιού να τον αποκτήσουν. Στα 16 χρόνια του, τον Σεπτέμβριο του 1956, έκανε το ντεμπούτο του με τη Σάντος. Ήταν ένα φιλικό με την ΑΙΚ Στοκχόλμης. Ο 16χρονος, παρά το τρακ έδειξε δείγματα του μεγάλου του ταλέντου. Η Σάντος νίκησε δύσκολα με πέναλτι στο τελευταίο λεπτό, αλλά πολλοί από τους θεατές πίστευαν ότι η ομάδα τους διέθετε ένα μεγάλο ποδοσφαιριστή. Στον επόμενο αγώνα με την Κορίνθιανς του Σάντο Αντρέ, πέτυχε το πρώτο του γκολ. Η Σάντος νίκησε 7-1. Ήταν η 7ηΣεπτεμβρίου του 1956…


Εννιά μήνες αργότερα, ο Πελέ περνούσε την βαριά πόρτα της βραζιλιάνικης εθνικής ομάδας. Ο ομοσπονδιακός τεχνικός, Σίλβιο Πιρίλο (Sylvio Pirillo) τον κάλεσε για τους δύο αγώνες με την Αργεντινή για το «Κύπελλο Ρόκα». Στις 7 Ιουλίου του 1957, μπήκε αλλαγή στα μισά του δευτέρου ημιχρόνου, παίρνοντας το βάπτισμα του πυρός. Πέτυχε γκολ! Σε ηλικία 16 ετών και 9 μηνών, είναι ο νεαρότερος παίκτης που σκόραρε σε διεθνές παιχνίδι. Η Αργεντινή όμως νίκησε με 2-1. Στη ρεβάνς ήταν πια βασικός και σημείωσε και πάλι γκολ, το ένα από τα δύο της νίκης της Βραζιλίας που πήρε το Κύπελλο με καλύτερη διαφορά τερμάτων. Σε δύο αγώνες, ο Πελέ είχε σημειώσει τα δύο από τα τρία γκολ της Εθνικής και μπορούσε να υποστηρίξει ότι είχε σπρώξει το τρόπαιο στα χέρια των συμπατριωτών του. Δύο τίτλοι πρώτου σκόρερ με τη Σάντος με 36 και 53 γκολ αντίστοιχα συμπλήρωσαν τις δύο επόμενες χρονιές. Η εκτίμηση πια ήταν γενική.



Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958 ο Πελέ ήταν τραυματίας. Ο Βιθέντε Φεόλα (Vicente Feola), ο εκλέκτορας της εθνικής, δεν ρίσκαρε τη συμμετοχή του στους αγώνες. Μάλιστα είχε ζητήσει από τον προπονητή του να επιστρέψει στην πατρίδα αφού δεν μπορούσε να προσφέρει. Ο μασέρ όμως της ομάδας, ο Μάριο Αμέρικο (Mário Américo), μία θρυλική φιγούρα της Βραζιλίας, πήρε το θέμα προσωπικά. Υποσχέθηκε να κάνει καλά τον πιτσιρικά που πονούσε. Όσο για τη συμμετοχή του στη βασική ενδεκάδα, αυτό ήταν υπόθεση του αμυντικού Νίλτον Σάντος (Nílton Santos). Στους αγώνες του 4ου ομίλου της πρώτης φάσης ο κλοιός στένευε γύρω από την Βραζιλία. Είχε ξεκινήσει με νίκη 3-0 επί των Αυστριακών, αλλά στη συνέχεια η «λευκή ισοπαλία» με την Αγγλία τους έβαζε όλους σε περιπέτειες. Ο αγώνας με την Σοβιετική Ένωση ήταν καθοριστικός. Ο μικρός έπρεπε να σφίξει τα δόντια και να παίξει. Στις 15 Ιουνίου του 1958, στο «Ούλεβι» του Γκέτεμποργκ, ο Πελέ ήταν στην αρχική ενδεκάδα. Ήταν μόλις 17 χρόνων και 235 ημερών! Ο Βαβά (Vavá), με δύο γκολ έδωσε τη νίκη και την πρόκριση στους Βραζιλιάνους, αλλά ο Πελέ είχε εντυπωσιάσει τους ειδικούς του ποδοσφαίρου. Ο μύθος γύρω από το όνομα του είχε μεταφερθεί πια και στην Ευρώπη.


Στα προημιτελικά αντίπαλος ήταν η Ουαλία. Το ματς ήταν ισόπαλο χωρίς γκολ έως τη στιγμή που ο Πελέ δέχτηκε πάσα από κεφαλιά. Στόπαρε άψογα τη μπάλα, κι αφού την πέρασε κάτω από τα πόδια ενός αμυντικού, σημάδεψε τη γωνία της εστίας του Τζακ Κέλσεϊ (Jack Kelsey). Ήταν το 66ολεπτό. Είναι μέχρι και σήμερα, ο νεαρότερος σκόρερ στην ιστορία των Παγκοσμίων Κυπέλλων. 17 ετών και 239 ημερών! Στα ημιτελικά, με τη Γαλλία πέτυχε 3 γκολ, στη νίκη με 5-2 των Βραζιλιάνων. Ένα ακόμη ρεκόρ, μιας και είναι ο νεαρότερος που πετυχαίνει χατ-τρικ! Ακολούθησαν άλλα δύο στον τελικό, στις 29 Ιουνίου του 1958, στο 5-2 με τη Σουηδία. Είναι ο νεαρότερος που έχει παίξει τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου, 17 ετών και 249 ημερών! Το πρώτο του γκολ σε αυτόν τον αγώνα, έχει ψηφιστεί, ως ένα απ’ τα ομορφότερα στην ιστορία του Παγκοσμίου Κυπέλλου!

Η θρυλική φανέλα με το № 10 στην εθνική Βραζιλίας, δεν ήταν δική του επιλογή! Στη Σουηδία πήρε τον αριθμό αυτό εντελώς τυχαία. Η ποδοσφαιρική ομοσπονδία της χώρας του, είχε δηλώσει τους παίκτες, αλλά είχε ξεχάσει να ορίσει αριθμούς. Έτσι η FIFA, εντελώς αυθαίρετα, μοίρασε τους αριθμούς στις φανέλες και στον Πελέ… κάθισε το 10!


Στα επόμενα δύο Μουντιάλ ο Πελέ γνώρισε την πικρή γεύση της αποτυχίας. Εν μέρει το 1962, αφού πέτυχε ένα εξαιρετικό γκολ περνώντας τέσσερις αμυντικούς στον πρώτο αγώνα με το Μεξικό, αλλά τραυματίστηκε στον επόμενο με την Τσεχοσλοβακία κι είδε από την εξέδρα την ομάδα του να κατακτά τον τίτλο και πλήρως το 1966 στην Αγγλία, αφού τα αντιαθλητικά μαρκαρίσματα των Βούλγαρων και των Πορτογάλων αμυντικών του στέρησαν τη συνέχεια των αγώνων. Πρόλαβε να σκοράρει ένα γκολ από απευθείας εκτέλεση φάουλ εναντίον της Βουλγαρίας και έγινε ο πρώτος παίκτης που σκόραρε σε τρία διαδοχικά Μουντιάλ! Χωρίς τον Πελέ, η Βραζιλία έχασε από την Ουγγαρία, αποκλείστηκε στη φάση των ομίλων και απέτυχε να κερδίσει τον τρίτο τίτλο και να κρατήσει για πάντα το «Ζιλ Ριμέ» (Jules Rimet). Τα κατάφερε όμως το 1970 στο Παγκόσμιο Κύπελλο στο Μέξικο, το καλύτερο σύμφωνα με τους αθλητικογράφους. Εκεί ήταν ο μεγάλος ηγέτης, αφού πέρα από το ταλέντο, τώρα διέθετε και την ανάλογη εμπειρία. Οι στιγμές μαγείας του «Bασιλιά» που έχουν καταγράψει οι κάμερες από εκείνη τη διοργάνωση είναι πολλές.


Μαζί με τους Ρομπέρτο Ριβελίνο (Roberto Rivellino), Ζαϊρζίνιο (Jair Ventura Filho, ‘’Jairzinho’’), Ζέρσον (Gérson de Oliveira Nunes, ‘’Gérson’’), Τοστάο (Eduardo Gonçalves de Andrade, ‘’Tostão’’), Κάρλος Αλμπέρτο (Carlos Alberto Torres) και άλλους, σχημάτισαν μια από τις καλύτερες ομάδες που έχουν παίξει ποδόσφαιρο. Κερδίζοντας στον τελικό την Ιταλία με 4-1, η Βραζιλία κατέκτησε το τρόπαιο «Ζιλ Ριμέ» για 3η  φορά και το κράτησε για πάντα στην τροπαιοθήκη της. Σκόραρε 4 γκολ στη διοργάνωση, συμπεριλαμβανομένου ενός στον τελικό, το οποίο ήταν και το 100ο γκολ της «σελεσάο» σε Παγκόσμια Κύπελλα! Ο Πελέ συμμετείχε και στα 3 κερδισμένα Μουντιάλ και παραμένει έως σήμερα ο μόνος που έχει κατακτήσει Παγκόσμιο Κύπελλο τρεις φορές ως παίκτης. Συμμετείχε σε 92 αγώνες της «Σελεσάο», σημειώνοντας παράλληλα και 77 γκολ, έχοντας απολογισμό 68 νίκες, 14 ισοπαλίες και 11 ήττες.


Το 1971, εναντίον της εθνικής Γιουγκοσλαβίας, έδωσε τον τελευταίο του αγώνα με την Βραζιλία στο Ρίο ντε Τζανέιρο και δεν αγωνίστηκε ξανά με τα εθνικά χρώματα. Το 1974, δεν πήρε μέρος στο Παγκόσμιο Κύπελλο, αφού ένοιωθε μεγάλος πια για τέτοια διοργάνωση. Κι ας τον περίμεναν μέχρι την τελευταία στιγμή οι συμπατριώτες του. Στα χρόνια που είχαν μεσολαβήσει, η Σάντος είχε γίνει σεβαστή σ΄ όλο τον κόσμο. Εκατομμύρια δολάρια κέρδισε η ομάδα από τη συμμετοχή της σε διεθνή τουρνουά. Σ’ όλα αυτά τα παιχνίδια, υπήρχε απαράβατος όρος ν’ αγωνιστεί ο Πελέ. Το Οκτώβριο του 1974 κρέμασε τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια, αλλά η απόφαση του δεν ήταν οριστική. Λίγους μήνες αργότερα, το 1975, ο Κόσμος της Νέας Υόρκης (New York Cosmos) απέκτησε τον Πελέ σε μία προσπάθεια να γίνει γνωστό το «σόκερ» στις Ηνωμένες Πολιτείες! Μία νέα καριέρα ανοίχτηκε μπροστά του που αφορμή και μόνο είχε το ποδόσφαιρο. Την 1η Οκτωβρίου του 1977 έπαιξε τον τελευταίο του αγώνα με τον Κόσμο,


Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, ήταν για μεγάλη περίοδο ο Καλύτερα Αμειβόμενος Αθλητής στον κόσμο. Γνωστός και ως ο «Βασιλιάς του Ποδοσφαίρου» κατέχει τους τίτλους «Ποδοσφαιριστής του Αιώνα» από τη FIFA, «Αθλητής του Αιώνα» από την Ολυμπιακή Επιτροπή και είναι μέλος του ποδοσφαιρικού Hall of Fame. To 1999 εξελέγη Ποδοσφαιριστής του Aιώνα μετά από ψηφοφορία των νικητών (1956-1999) της Χρυσής Μπάλας του περιοδικού ‘’France Football’’. Το 2000, σε παγκόσμια δημοσκόπηση της FIFA στο Διαδίκτυο ποιος είναι καλύτερος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών, ήρθε δεύτερος με 18%, καθώς πρώτος με 53,60%, ήρθε ο Ντιέγκο Μαραντόνα (Diego Armando Maradona),  ενώ αντίθετα, στην ψηφοφορία της FIFA "Football family" και των αναγνωστών του περιοδικού FIFA Magazine, ο Πελέ ήρθε πρώτος με 72% των ψήφων.  Στην ψηφοφορία των ειδικών αθλητικογράφων, ο Πελέ ήρθε πρώτος με 1.705 πόντους, και δεύτερος ήρθε ο Γιόχαν Κρόιφ (Johan Crujiff) με 1.303. Σε Ψηφοφορία στη Βραζιλία για τον καλύτερο ποδοσφαιριστή του αιώνα ήρθε πρώτος, με δεύτερο τον Γκαρίντσα (Manuel Francisco dos Santos, ‘’Garrincha’’).


Παρά τις πιέσεις που ασκούσαν οι μεγάλοι σύλλογοι της Ευρώπης για να τον αποκτήσουν, ο Πελέ παρέμεινε στη Σάντος για 17 χρόνια, λόγω της μεγάλης του αγάπης για την ομάδα, αλλά και λόγω της απαγόρευσης που ασκούσε η κυβέρνηση της χώρας! Το 1961, ο Βραζιλιάνος  Πρόεδρος Ζάνιο Κουαντρός (Jânio Quadros) αναγόρευσε τον Πελέ σε «Εθνικό Θησαυρό» (!), κάνοντας νομικά αδύνατη τη μεταγραφή του εκτός χώρας! Έπαιζε ως δεύτερος επιθετικός, γνωστός και ως οργανωτής. Η τεχνική κατάρτιση και η αθλητικότητά του έχουν επαινεθεί παγκοσμίως, και κατά τη διάρκεια της καριέρας του ήταν γνωστός για την άριστη ντρίμπλα και πάσα του, την εξαιρετική του ικανότητα στο ψηλό παιχνίδι, τη δημιουργικότητά του, αλλά και τη μεγάλη του έφεση στο σκοράρισμα. Είναι ο πρώτος σκόρερ σε αγώνες Πρωταθλήματος στην ιστορία του ποδοσφαίρου με 541 γκολ. Το 1969, εναντίον της Βάσκο ντε Γκάμα στο Μαρακανά, σκόραρε με πέναλτι, φτάνοντας τα 1000 γκολ συνολικά στην καριέρα του, κάτι που σήμερα είναι ακατόρθωτο. Ο τελικός του απολογισμός ήταν 1.283 γκολ σε 1.363 αγώνες!


Όταν εγκατέλειψε οριστικά την ενεργό δράση, άρχισε τις μπίζνες. Έγινε ηθοποιός πρωταγωνιστώντας στην ταινία του Τζον Χιούστον (John Huston) «Η απόδραση των 11» (Escape to Victory), διαφήμισε δεκάδες προϊόντα, αλλά έγινε και πρεσβευτής του ΟΗΕ και της UNICEF. Εξελέγη βουλευτής στο Κοινοβούλιο της Βραζιλίας, έγινε υπουργός αθλητισμού και πέρασε νόμο που έδινε μεγαλύτερα δικαιώματα στους ποδοσφαιριστές. Ακόμη και τώρα, τα άρθρα του σε διάφορες εφημερίδες χρυσοπληρώνονται, ενώ το πρόγραμμα του είναι γεμάτο.

PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • 1953-1956: Bauru Atlético Clube

Επαγγελματική καριέρα

  • 1956-1974: Santos Futebol Clube, 638 (619)
  • 1975-1977: New York Cosmos, 56 (31)

Σύνολο καριέρας: 694 (650)

Διεθνής

  • 1957-1971: Βραζιλία, 92 (77)

Τίτλοι

Συλλογικοί

Με την Santos
  • Copa Libertadores: 2 (1962, 1963)
  • Πολιτειακό Πρωτάθλημα Παουλίστα (Campeonato Paulista): 10 (1958, 1960, 1961, 1962, 1964, 1965, 1967, 1968, 1969, 1973)
  • Πρωτάθλημα Βραζιλίας (Campeonato Brasileiro -Taça Brasil): 6 (1961, 1962, 1963, 1964, 1965, 1968)
  • Τουρνουά Ρίο-Σάο Πάολο (Torneio Rio-São Paulo): 4 (1959, 1963, 1964, 1966)
  • Διηπειρωτικό Κύπελλο: 2 (1962, 1963)
  • Διηπειρωτικό Σούπερ Κάπ: 1968

Με τον Cosmos Νέας Υόρκης
  • Πρωτάθλημα Βορειοαμερικάνικης Λίγκας (NASL): 1977

Διεθνείς

  • Roca Cup: 2 (1957, 1963)
  • Παγκόσμιο Κύπελλο: 3 (1958, 1962, 1970)
  • Oswaldo Cruz Cup: 3 (1958, 1962, 1968)
  • Bernardo O'Higgins Cup: 1959
  • Κύπελλο Ατλαντικού: 1960

Προσωπικές διακρίσεις

  • Καλύτερος Νέος Παίκτης Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1958
  • Καλύτερος Παίκτης Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1970
  • Δεύτερος Καλύτερος Παίκτης Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1958
  • Δεύτερος Σκόρερ Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1958
  • Μέλος Ιδανικής 11άδας Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 2 (1958, 1970)
  • Μέλος Ιδανικής 11άδας Παγκοσμίου Κυπέλλου Όλων των Εποχών: 1994
  • Μέλος Ονειρώδους 11άδας Παγκοσμίου Κυπέλλου Όλων των Εποχών: 2002
  • Καλύτερος Παίκτης Copa America: 1959
  • Πρώτος Σκόρερ Copa América: 1959
  • Μετάλλιο της Τιμής FIFA: 1984
  • Βραβείο Εκατονταετίας FIFA: 2004
  • Χρυσή Μπάλα FIFA επί Τιμή: 2013
  • Παίκτης του Αιώνα από τη FIFA: 2000
  • Παγκόσμια Αθλητική Προσωπικότητα της Χρονιάς από το BBC: 1970
  • Αθλητική Προσωπικότητα Όλων των Εποχών από το BBC: 2005
  • Καλύτερος Ποδοσφαιριστής που Έπαιξε Ποτέ το Παιχνίδι «Χρυσή Πατούσα»: 2012
  • Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς για τη Νότια Αμερική: 1973
  • Αθλητής του Αιώνα, από τους δημοσιογράφους σε παγκόσμια κλίμακα, σε δημοσκόπηση της γαλλικής εφημερίδα «L'Equipe»: 1981
  • Ποδοσφαιριστής του Aιώνα, από τους νικητές της Χρυσής Μπάλας του περιοδικού «France Football»: 1999
  • Ποδοσφαιριστής του Αιώνα, από τη Διεθνής Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής Ποδοσφαίρου: 1999
  • Ποδοσφαιριστής του Αιώνα στη Νότια Αμερική, από τη Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής Ποδοσφαίρου: 1999
  • Ποδοσφαιριστής του Αιώνα, από τους αναγνώστες του περιοδικού «World Soccer»: 2000
  • Μέλος Καλύτερης 11άδας Όλων των Εποχών του περιοδικού «World Soccer»: 2013
  • Εισαγωγή στο American National Soccer Hall of Fame το 1993
  • Ιππότης του Τάγματος της Τιμής της Βρετανικής Αυτοκρατορίας: 1997
  • Ιππότης της Γαλλικής  Λεγεώνας της Τιμής: 1963
  • Αθλητής του Αιώνα, από το Πρακτορείο Ειδήσεων Reuters: 1999
  • Αθλητής του Αιώνα, από τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή: 1999
  • Ποδοσφαιριστής του αιώνα από τη UNICEF: 1999
  • Μέλος Παγκόσμιας Ομάδας του 20ου Αιώνα: 1998
  • Ένας Από τους 100 πιο Σημαντικούς Ανθρώπους του 20ουαιώνα του περιοδικού TIME: 1999
  • Laureus World SportsAwards LifetimeAchievement Awardαπό τον Πρόεδρο της Νοτίου Αφρικής Νέλσον Μαντέλα: 2000
  • Τιμητική διάκριση από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, για την «σημαντική συμβολή στις ανθρωπιστικές και περιβαλλοντικές αξίες, καθώς και τις αθλητικές επιδόσεις του»: 2012
  • Βραβείο της Γαλλικής Ακαδημίας των Σπορ, βραβείο που δίνεται σε έναν παίκτη από ένα ομαδικό άθλημα για πρώτη φορά: 1971
  • Κόκκινο Μετάλλιο της Πόλεως του Παρισιού: 1971
  • Ξίφος του ποδοσφαίρου επί Τιμή, που δίνεται από το αγγλικό ποδόσφαιρο σε ετήσια βάση. Το σπαθί είναι χειροποίητο από τους κατασκευαστές όπλων της Βασίλισσας. Ήταν ο πρώτος μη-Βρετανός που έλαβε αυτό το βραβείο: 1966

Προσωπικά ρεκόρ

  • Πρώτος Σκόρερ της εθνικής Βραζιλίας: 77 γκολ
  • Πρώτος Σκόρερ Διηπειρωτικού Κυπέλλου: 7 γκολ
  • Παγκόσμιο ρεκόρ στον αριθμό των χατ-τρικ: 92
  • Ο πιο επιτυχημένος Σκόρερ σε Κορυφαία Κατηγορία, σύμφωνα με τη Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου: 541 γκολ
  • Βραβείο Γκίνες: 1.283 γκολ σε 1.363 αγώνες
  • Βραβείο Γκίνες: Περισσότερα μετάλλια Παγκοσμίου Κυπέλλου: 3
  • Νεότερος σκόρερ στο Παγκόσμιο Κύπελλο: 17 χρονών και 239 ημερών (Βραζιλία - Ουαλία το 1958)
  • Ο νεαρότερος που πετυχαίνει χατ-τρικ στο Παγκόσμιο Κύπελλο: 17 χρονών και 244 ημερών (Βραζιλία - Γαλλία, 1958)
  • Νεότερος παίκτης που έπαιξε σε τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου: 17 χρονών και 249 ημερών (Βραζιλία - Σουηδία 1958)
  • Νεότερος σκόρερ σε τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου: 17 χρονών και 249 ημερών (Βραζιλία - Σουηδία 1958)
  • Νεότερος νικητής του Παγκοσμίου Κυπέλλου της FIFA: 17 χρονών το 1958
  • Η αντιστοιχία των 40 επισήμων τροπαίων τον κάνει τον παίκτη με τους περισσότερους τίτλους καριέρας στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Συνολικά κατέκτησε 57 τίτλους στην καριέρα του.